Ελαιόλαδο Φούρνων
Το ελαιόλαδο που παράγεται στους Φούρνους Κορσεών, ένα μικρό σύμπλεγμα νησιών στο Βορειοανατολικό Αιγαίο, αποτελεί ένα χαρακτηριστικό αγροτικό προϊόν της περιοχής, συνδεδεμένο άρρηκτα με το ιδιαίτερο μικροκλίμα και την παραδοσιακή καλλιέργεια των νησιών. Η παραγωγή του βασίζεται κυρίως στην ποικιλία Κορωνέικη και συχνά ακολουθεί πρακτικές βιολογικής καλλιέργειας, με έμφαση στην ποιότητα, τη χαμηλή οξύτητα και τα πλούσια οργανοληπτικά χαρακτηριστικά.
Το ελαιόλαδο των Φούρνων Κορσεών είναι κατά κύριο λόγο Παρθένο Ελαιόλαδο, που παράγεται από την ποικιλία Κορωνέικη (ή συνώνυμα όπως Λαδολιά, Ψιλολιά), η οποία ευδοκιμεί στις ξηροθερμικές συνθήκες του Αιγαίου. Η μοναδικότητα του προϊόντος έγκειται στον συνδυασμό της ποικιλίας με το εδαφοκλιματικό περιβάλλον των Φούρνων, το οποίο προσδίδει στο λάδι φρουτώδη και ελαφρώς πικάντικη γεύση και ιδιαίτερα χαμηλή οξύτητα (που σε ορισμένες περιπτώσεις βιολογικής παραγωγής αναφέρεται μεταξύ 0,1% και 0,4%), υποδεικνύοντας άριστη ποιότητα. Σημαντικό μέρος της παραγωγής ακολουθεί τις αυστηρές προδιαγραφές της βιολογικής καλλιέργειας βάσει του Κανονισμού (ΕΚ) 834/2007, τονίζοντας τον σεβασμό των παραγωγών προς το φυσικό περιβάλλον.
Το μικροκλίμα του νησιού χαρακτηρίζεται από μεσογειακό, ξηροθερμικό χαρακτήρα, με περιορισμένες βροχοπτώσεις και ήπιους χειμώνες, συνθήκες που ευνοούν την ανθεκτική ποικιλία Κορωνέικη. Το έδαφος των Φούρνων είναι συχνά πετρώδες και άγονο, γεγονός που, σε συνδυασμό με την υγρασία που συγκρατείται, αλλά και την αντοχή της ελιάς στην αλατότητα, συμβάλλει στην παραγωγή ελαιοκάρπου με υψηλή συγκέντρωση αρωματικών και ποιοτικών συστατικών. Αυτές οι ειδικές εδαφοκλιματικές συνθήκες, παρά τις δυσκολίες στην καλλιέργεια, πιστεύεται ότι είναι καθοριστικές για την υπεροχή της γεύσης και της ποιότητας του τοπικού ελαιολάδου.
Η μέθοδος καλλιέργειας και ελαιοποίησης του ελαιολάδου στους Φούρνους Κορσεών, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για βιολογική καλλιέργεια, δίνει έμφαση στην ποιότητα και την άμεση επεξεργασία του καρπού.
Καλλιέργεια
Η καλλιέργεια της Κορωνέικης ποικιλίας είναι προσαρμοσμένη στις ξηροθερμικές συνθήκες των νησιών, αν και η έλλειψη άρδευσης μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη παρενιαυτοφορία (εναλλαγή παραγωγικών ετών). Η λίπανση των ελαιόδεντρων στη βιολογική παραγωγή γίνεται με φιλικές προς το περιβάλλον μεθόδους, όπως χλωρές-διαφυλλικές λιπάνσεις, χρήση κοπριάς ζωικής προέλευσης ή εγκεκριμένων βιολογικών λιπασμάτων. Η φυτοπροστασία γίνεται με ήπια, εντομοαπωθητικά σκευάσματα (και όχι δηλητήρια) για την καταπολέμηση εχθρών όπως ο δάκος, σύμφωνα με τον κανονισμό βιολογικής καλλιέργειας.
Συγκομιδή και Ελαιοποίηση
Η συγκομιδή του καρπού πραγματοποιείται συνήθως με ράβδισμα, αποφεύγοντας τη συλλογή ελιών από το έδαφος ή εκείνων που πέφτουν σε δίχτυα λόγω υπερβολικής ωρίμανσης, πρακτική που διασφαλίζει την χαμηλή οξύτητα του τελικού προϊόντος. Ο καρπός μετά τη συλλογή τοποθετείται άμεσα σε πάνινα τσουβάλια ή πλαστικά κιβώτια (όπως συνιστάται για τον καλύτερο αερισμό και τη διατήρηση της θερμοκρασίας), και μεταφέρεται σε πιστοποιημένο ελαιοτριβείο την ίδια μέρα ή το αργότερο την επόμενη, ώστε να μην επιβαρυνθεί η ποιότητα από κακή ή καθυστερημένη μεταφορά.
Η διαδικασία της ελαιοποίησης ακολουθεί τη μέθοδο της «εν ψυχρώ» έκθλιψης, όπου η μάλαξη του ελαιοπολτού γίνεται σε θερμοκρασία μικρότερη των 27°C. Αυτή η πρακτική είναι ζωτικής σημασίας, καθώς εξασφαλίζει τη διατήρηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών του ελαιολάδου, των πολυφαινολών και των βιοδραστικών συστατικών του, με αποτέλεσμα την πολύ χαμηλή οξύτητα. Η αποθήκευση του τελικού προϊόντος γίνεται σε ανοξείδωτες δεξαμενές και σε συνθήκες χαμηλής θερμοκρασίας για τη διατήρηση της ποιότητας.
Η ελαιοπαραγωγή στους Φούρνους Κορσεών, αν και μικρή σε όγκο λόγω του μεγέθους του νησιωτικού συμπλέγματος, έχει ζωτικό αντίκτυπο στην τοπική οικονομία και την κοινωνική συνοχή. Σε ένα μικρό και απομονωμένο νησί, η διατήρηση της παραδοσιακής καλλιέργειας και η έμφαση στην βιολογική παραγωγή προσφέρουν ένα σαφές πλεονέκτημα ποιότητας που μπορεί να μεταφραστεί σε καλύτερες τιμές και μεγαλύτερο εισόδημα για τους παραγωγούς, δημιουργώντας ταυτότητα και αξία στην αγορά. Η ελαιοκομία διατηρεί ζωντανό τον αγροτικό τομέα και συνδέεται με την οικολογική συνείδηση της κοινότητας, ιδιαίτερα όταν υιοθετούνται πρακτικές φιλικές προς το περιβάλλον που αποφεύγουν τη χρήση χημικών και φυτοφαρμάκων. Επιπλέον, η καλλιέργεια συντηρεί το τοπίο και την βιοποικιλότητα του νησιού, συμβάλλοντας παράλληλα στην αυτονομία και την διατροφική ασφάλεια των κατοίκων.
Η ελαιοκαλλιέργεια στα νησιά του Αιγαίου, συμπεριλαμβανομένων των Φούρνων Κορσεών, έχει βαθιές ρίζες που χάνονται στην αρχαιότητα, αποτελώντας αναπόσπαστο κομμάτι της μεσογειακής διατροφής και κουλτούρας. Για τα μικρά και απομονωμένα νησιωτικά συμπλέγματα, η ελιά δεν ήταν απλώς μια καλλιέργεια, αλλά σύμβολο ζωής, ανθεκτικότητας και αυτοτέλειας. Η Κορωνέικη ποικιλία, που κυριαρχεί, είναι μια από τις αρχαιότερες ελληνικές ποικιλίες, γνωστή για την εξαιρετική απόδοσή της σε ποιοτικό ελαιόλαδο, γεγονός που αποδεικνύει τη διαχρονική σύνδεση του τόπου με την ελαιοπαραγωγή. Η πολιτιστική κληρονομιά αντανακλάται στις παραδοσιακές τεχνικές καλλιέργειας και συγκομιδής, καθώς και στην κοινοτική διάσταση της διαδικασίας, όπου η συγκομιδή συχνά ήταν μια συλλογική προσπάθεια.
Τα έθιμα γύρω από την ελαιοπαραγωγή στους Φούρνους ακολουθούν τις γενικότερες παραδόσεις του Αιγαίου, όπου η περίοδος της συγκομιδής (συνήθως από τον Νοέμβριο έως τον Ιανουάριο) αποτελεί μια σημαντική κοινωνική και αγροτική γιορτή. Η συλλογή του καρπού, γνωστή ως «λιομάζωμα» ή «λιάτρισμα», γινόταν παραδοσιακά με τη συμμετοχή όλης της οικογένειας, συχνά με τη χρήση απλών εργαλείων όπως το «χτένι» και το «ραβδί» (ράβδισμα). Το σημαντικότερο έθιμο είναι η άμεση ελαιοποίηση, με τον καρπό να μεταφέρεται γρήγορα στο ελαιοτριβείο (παλιότερα στην «κολοκυθάλα»), ώστε να παραχθεί το «πρωτόλαδο», ο φρέσκος χυμός της ελιάς. Αυτή η άμεση επεξεργασία, η οποία πλέον αποτελεί και σύγχρονη ποιοτική προδιαγραφή (ψυχρή έκθλιψη), ήταν αρχικά μια παραδοσιακή πρακτική που εξασφάλιζε την καλύτερη ποιότητα και τη χαμηλότερη οξύτητα, προτού καν καθιερωθούν οι σύγχρονοι κανονισμοί ποιότητας.
Το Παρθένο Ελαιόλαδο των Φούρνων, ως βάση της μεσογειακής διατροφής, αποτελείται σχεδόν 100% από λίπος και παρέχει περίπου 884 kcal ανά 100g. Διακρίνεται για την υψηλή συγκέντρωση σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα (περίπου 73%, κυρίως ελαϊκό οξύ), τα οποία συμβάλλουν στη μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων, ενώ περιέχει επίσης 13.8% κορεσμένα και 10% πολυακόρεστα λιπαρά.Η ποιότητά του ενισχύεται από την υψηλή συγκέντρωση βιοδραστικών ενώσεων, όπως οι Πολυφαινόλες και οι τοκοφερόλες (π.χ., ελευρωπαΐνη), οι οποίες προσδίδουν την πικάντικη γεύση και παρέχουν αντιοξειδωτική προστασία στα λιπίδια του αίματος. Συγκεκριμένα, περιέχει Ελαιοκανθάλη (αντιφλεγμονώδης δράση) και Ελαιασίνη (αντιοξειδωτική). Τέλος, το ελαιόλαδο είναι πλούσιο σε λιποδιαλυτές Βιταμίνες Ε (αντιοξειδωτικό) και Κ (απαραίτητη για την πήξη και τα οστά).
Το Παρθένο Ελαιόλαδο των Φούρνων, ως βάση της μεσογειακής διατροφής, αποτελείται σχεδόν 100% από λίπος και παρέχει περίπου 884 kcal ανά 100g. Διακρίνεται για την υψηλή συγκέντρωση σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα (περίπου 73%, κυρίως ελαϊκό οξύ), τα οποία συμβάλλουν στη μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων, ενώ περιέχει επίσης 13.8% κορεσμένα και 10% πολυακόρεστα λιπαρά.Η ποιότητά του ενισχύεται από την υψηλή συγκέντρωση βιοδραστικών ενώσεων, όπως οι Πολυφαινόλες και οι τοκοφερόλες (π.χ., ελευρωπαΐνη), οι οποίες προσδίδουν την πικάντικη γεύση και παρέχουν αντιοξειδωτική προστασία στα λιπίδια του αίματος. Συγκεκριμένα, περιέχει Ελαιοκανθάλη (αντιφλεγμονώδης δράση) και Ελαιασίνη (αντιοξειδωτική). Τέλος, το ελαιόλαδο είναι πλούσιο σε λιποδιαλυτές Βιταμίνες Ε (αντιοξειδωτικό) και Κ (απαραίτητη για την πήξη και τα οστά).